Του Κώστα Ράπτη
Και έμμεσες και άμεσες και προπάντων "εποικοδομητικές”: οι συνομιλίες που είχαν το Σάββατο στο Μασκάτ με τη μεσολάβηση του υπουργείου Εξωτερικών του Ομάν οι αντιπροσωπείες των ΗΠΑ και του Ιράν διήρκεσαν πάνω από δυόμιση ώρες και μολονότι στο μεγαλύτερο μέρος τους διεξήχθησαν "εκ του σύνεγγυς” και όχι απευθείας, εντέλει ολοκληρώθηκαν με μια σύντομη συνάντηση των δύο επικεφαλής, ήτοι του Αμερικανού προεδρικού απεσταλμένου Στιβ Ουίτκοφ και του υπουργού Εξωτερικών της Ισλαμικής Δημοκρατίας, Αμπάς Αραγτσί. Ήταν αυτός ο σολομώντειος τρόπος με τον οποίο συμβιβάσθηκε η προαναγγελία άμεσων συνομιλιών από μέρους του Ντόναλντ Τραμπ με τις αγέρωχες διαβεβαιώσεις των Ιρανών ιθυνόντων ότι δεν προσέρχονται σε απευθείας διαπραγμάτευση υπό καθεστώς πιέσεων.
Σε κάθε περίπτωση, οι αγορές κατάλαβαν αυτό που έπρεπε: η ανατίμηση την Κυριακή του ιρανικού νομίσματος κατά 6% πιστοποιεί τις θετικές προσδοκίες που προέκυψαν από την συνάντηση στο Μασκάτ. Άλλωστε, για να διατηρηθεί το μομέντουμ, οι δύο πλευρές όρισαν νέα συνάντηση για το ερχόμενο Σάββατο – και μολονότι το Σουλτανάτο του Ομάν διατηρεί τον μεσολαβητικό του ρόλο, ο χώρος διεξαγωγής των επόμενων συνομιλιών ενδέχεται να μεταφερθεί στην Ευρώπη.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος στην πρώτη του προεδρική θητεία απέσυρε τις ΗΠΑ από την διεθνή συμφωνία JCPOA του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης και διέταξε τη δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Κάσεμ Σολεϊμανί, ενώ με την επάνοδό του στον Λευκό Οίκο κλιμάκωσε τις απειλές εναντίον της Ισλαμικής Δημοκρατίας, αποστέλλοντας μεταξύ άλλων στρατηγικά βομβαρδιστικά Β-52 στην βάση του Ντιέγκο Γκαρσία στον Ινδικό Ωκεανό, αλλά και βομβαρδίζοντας τους Υεμενίτες συμμάχους του Ιράν, ενδέχεται τελικά να αποδειχθεί ο ηγέτης ο οποίος θα καταφέρει περισσότερα για το ιρανικό ζήτημα από ό,τι η μεσολαβήσασα κυβέρνηση των Δημοκρατικών υπό τον Τζο Μπάιντεν.
Η διαφαινόμενη πιθανότητα διπλωματικής επίλυσης της χρονίζουσας κρίσης προέκυψε ως αποτέλεσμα δύο σημαντικών μετατοπίσεων στην κάθε πλευρά. Από τη μία, ο Ουίτκοφ (ο οποίος εξελίσσεται σε πραγματικό υπουργό Εξωτερικών του Τραμπ, συμμεριζόμενος την πραγματιστική συναλλακτική νοοτροπία του) έθεσε από νωρίς, και με δημόσιες τοποθετήσεις του, ως "κόκκινη γραμμή της αμερικανικής πλευράς τη μη απόκτηση πυρηνικού όπλου από το Ιράν. Με αυτή την έννοια υποχώρησε από όσα μαξιμαλιστικά ζητά το Ισραήλ και επαναλάμβανε ο Αμερικανός Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας, Μάικ Ουόλς, περί "μοντέλου Λιβύης”, ήτοι ολοσχερούς αποσυγκροτήσεως του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος. Η διατήρηση του πυρηνικού προγράμματος (που αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα του Ιράν) υπό καθεστώς διεθνών επιθεωρήσεων και λοιπών εγγυήσεων, ώστε ο εμπλουτισμός ουρανίου να μην φθάσει το επίπεδο που θα επιτρέπει στρατιωτική χρήση, είναι κάτι το οποίο η Τεχεράνη είχε ήδη αποδεχθεί με την JCPOA, άρα μπορεί να αποτελέσει βάση συμφωνίας.