Του Τάσου Δασόπουλου
Διαφορετική προσέγγιση για μια περαιτέρω μείωση των επιτοκίων τους, θα έχουν κατά τις συνεδριάσεις των συμβουλίων νομισματικής πολιτικής τους, η Ευρωπαϊκή Κενρική Τράπεζα και η αμερικανική Federal Reserve, λίγο πριν από το τέλος ενός χρόνου, ο οποίος σημαδεύτηκε από τους δασμούς του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Από τη Φρανκφούρτη, η πλειοψηφία των μελών του συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής (με πρώτο τον Γερμανό κεντρικό τραπεζίτη, Γιοακίμ Νάγκελ) θεωρούν ότι τα σημερινά επίπεδα επιτοκίων στο 2%, για την παρούσα χρονική συγκυρία είναι ισορροπημένα και δεν χρειάζονται περαιτέρω μειώσεις. Η πρόεδρος της τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία, ότι δεν θα πρέπει να θεωρήσει κανείς ότι ο κύκλος των μειώσεων έχει κλείσει. Ωστόσο δεν δίνει - όπως πάντα - κάποιο στίγμα για τις προθέσεις της ΕΚΤ στο άμεσο ή το απώτερο μέλλον.
Οι περισσότερες δηλώσεις από μέλη του συμβουλίου, συγκλίνουν στο ότι πλέον ο πληθωρισμός θα κινείται στην περιοχή του 2%, με τάση πτωτική για το 2026. Με δεδομένο ότι και το 2025 θα είναι μια χρονιά οριακά θετικής ανάπτυξης για την Ευρωζώνη, θα πρέπει η ΕΚΤ να είναι πολύ προσεκτική στις κινήσεις της ώστε η πορεία της οικονομίας, να μην στραφεί από μια οικονομική επιβράδυνση σε ένα περιβάλλον αποπληθωρισμού, το οποίο θα κάνει τη συνέχεια ακόμη χειρότερη. Ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς ντε Γκίντος, στο ίδιο κλίμα τόνισε την περασμένη Τετάρτη ότι το σημερινό επίπεδο των επιτοκίων είναι το κατάλληλο, προσθέτοντας τη μόνιμη επωδό στις ανακοινώσεις της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, ότι "οι αποφάσεις για τα επιτόκια δεν είναι προκαθορισμένες και θα λαμβάνονται σε κάθε συνεδρίαση".
Επιπλέον, από την ΕΚΤ θεωρούν ότι η αβεβαιότητα σχετικά με τους αμερικανικούς δασμούς έχει μειωθεί αισθητά μετά τη συμφωνία που έγινε τον Ιούλιο μεταξύ Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ηγεσίας των ΗΠΑ. Σύμφωνα με την Λαγκάρντ, αυτή η συμφωνία μείωσε σημαντικά τους κινδύνους νέας ανόδου του πληθωρισμού για την Ευρώπη.